Οι δημιουργοί του σύμπαντος του John Wick, προσπαθώντας να επωφεληθούν από το hype της τελευταίας ταινίας της τετραλογίας, δεν έχασαν καιρό. Σε χρόνο ρεκόρ, δημιούργησαν τη σειρά “The Continental”, που ακολουθεί τα πρώτα βήματα του θρυλικού Winston Scott, διευθυντή του εμβληματικού ξενοδοχείου.
Βρισκόμαστε στη Νέα Υόρκη του 1970, όπου ο νεαρός επιχειρηματίας, Winston, απάγεται από τον αδίστακτο Cormac O’Connor, διευθυντή του ξενοδοχείου Continental, που φαίνεται να είναι το άντρο αδίστακτων συμμοριών. Τα πράγματα, όμως, παίρνουν ανεξέλεγκτη τροπή, καθώς, στην πραγματικότητα, ο Connor αναζητά τον αδερφό του Winston, Frankie, αλλά, κυρίως, μια αρχαία πρέσα νομισμάτων, που ο Frankie έκλεψε από το ξενοδοχείο. Σύντομα, ο Winston αντιλαμβάνεται ότι κανένας δεν είναι ασφαλής αν δεν βγει από τη μέση ο Connor.

Έτσι επιστρατεύει μια ομάδα μικροεγκληματιών, με διαφορετικά backstories, αλλά, στην πορεία, βρίσκει κι άλλους, απρόσμενους, συμμάχους. Βέβαια, για να νικηθεί ο Connor, πρέπει να νικηθεί το ξενοδοχείο, και το Continental δεν είναι ένα συμβατικό ξενοδοχείο!

Η σειρά, από τεχνικής άποψης, είναι καλοφτιαγμένη. Η ατμόσφαιρα και η αισθητική της είναι παρόμοια με αυτή των ταινιών. Η φωτογραφία είναι υπέροχη και πραγματικά αφήνει vibes από τη δεκαετία του ‘70 στη Νέα Υόρκη. Η σκηνοθεσία, κυρίως, στο 3ο επεισόδιο είναι αριστοτεχνική! Οι σκηνές μάχης, είναι τόσο άρτια φτιαγμένες που θυμίζουν βιντεοπαιχνίδι. Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στη σκηνή με τη μάχη στη ταράτσα, οπού γίνεται καταπληκτική δουλειά, από την αρχή μέχρι το τέλος, και πραγματικά, δεν θέλεις να τελειώσει, αφού κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον. Η μουσική πλαισιώνει άψογα τη δράση και προσθέτει ζωντάνια.

Επιπλέον, όσον αφορά στη δράση, για την οποία αγαπήσαμε το σύμπαν του John Wick, στα 2 πρώτα επεισόδια της σειράς δεν είναι τόσο χορταστική. Επίσης, η ιστορία εκτυλίσσεται αργά, πολλές σκηνές φλυαρούν χωρίς λόγο και κάποιες plot lines φαίνεται να είναι τελείως διεκπεραιωτικές. Παρόλα αυτά, κι ενώ κοντεύουμε να απογοητευτούμε, το τρίτο επεισόδιο μας αποζημιώνει. Η δράση είναι καταιγιστική και η πλοκή γεμάτη ανατροπές, αλλά καί εύκολες σεναριακές λύσεις. Είναι εμφανές, ότι θα μπορούσε η σειρά να χωρέσει σε μια 2ωρη ταινία, αλλά μάλλον οι δημιουργοί προτίμησαν την τηλεόραση έναντι του σινεμά.

Τέλος, όσον αφορά στους ηθοποιούς, η συμμετοχή του Mel Gibson στη σειρά δημιούργησε προσδοκίες, που στην αρχή φάνηκε να μην ευοδώνονται, αλλά, όσο χτιζόταν η πλοκή, τόσο βάθαινε ο χαρακτήρας, και το αποτέλεσμα κατέληξε να είναι απολαυστικό! Ο Cormac o’Connor του Gibson είναι ένας ημίτρελος, υστερικός, απρόβλεπτος “κακός”, καθόλου ρεαλιστικός, σαν να ξεπηδάει, κι αυτός, από βιντεοπαιχνίδι. Οι κακές γλώσσες του Χόλιγουντ λένε, μάλιστα, ότι δεν είναι και κόντρα ο ρόλος του!
Ο Colin Woodell, απότην άλλη, είναι αρκετά πειστικός αλλά, δύσκολα γίνεται η σύνδεση του χαρακτήρα του Winston της σειράς με τον αντίστοιχο χαρακτήρα της ταινίας.

Συμπερασματικά, η σειρά, ενώ άρχισε αμήχανα, στο τέλος είχε το βασικό χαρακτηριστικό για τό οποίο αγαπήσαμε το σύμπαν του John Wick! Εξωφρενική δράση!